Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009



Ο Ελευθέριος Βενιζέλος (Μουρνιές Χανίων, 23 Αυγούστου 1864 – Παρίσι, 18 Μαρτίου 1936) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς της νεότερης Ελλάδας. Πρωταγωνίστησε στην αυτονομία της Κρητικής Πολιτείας και την οριστική ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, συνέβαλε στην απελευθέρωση της Μακεδονίας, στην είσοδο της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, και στην οργάνωση της χώρας στα πρότυπα αστικού κράτους διατελώντας πάρα πολλές φορές πρωθυπουργός.

Βιογραφία
Όταν ξέσπασε στην Κρήτη η επανάσταση του 1866, η οικογένειά του Βενιζέλου κατέφυγε στη Σύρο. Όταν ηρέμησαν τα πράγματα, ο πατέρας του Κυριάκος παρέμεινε στην Ελλάδα επειδή δεν του επετράπη η επάνοδος στην Κρήτη λόγω του ότι είχε συμμετάσχει στην επανάσταση, και μόνο όταν το 1872 χορήγησε αμνηστία ο Σουλτάνος, η οικογένεια επέστρεψε στο νησί. Ο Βενιζέλος έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του στο εκπαιδευτήριο Αντωνιάδου στην Αθήνα μετά από εισαγωγικές εξετάσεις. Είχε παρακολουθήσει τα μαθήματα της πρώτης γυμνασιακής τάξης στα Χανιά το 1876 - 1877 με τον ελληνοδιδάσκαλο Ιωάννη Παπαδάκη. Το απολυτήριο του Γυμνασίου το πήρε από το Γυμνάσιο της Ερμούπολης Σύρου, όπου παρακολούθησε την τελευταία τάξη.Ο πατέρας του ήταν έμπορος και ήθελε να βάλει στη δουλειά αυτή και το γιο του. Έτσι, ο νεαρός Ελευθέριος δούλεψε για δυό χρόνια στο κατάστημα του πατέρα του. Αλλά ο Γεώργιος Ζυγομαλάς, γενικός τότε πρόξενος της Ελλάδας στα Χανιά, τον έπεισε ότι ο γιος του έπρεπε να κάνει ανώτερες σπουδές γιατί είχε ιδιαίτερη κλίση στα γράμματα. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Νομικής με άριστα και επέστρεψε στην Κρήτη το 1886 όπου άρχισε να ασκεί τη δικηγορία.
Αναμίχθηκε στην πολιτική και την επόμενη χρονιά εξελέγη βουλευτής Κυδωνιών. Ως βουλευτής ξεχώρισε για την ευγλωττία και τις ριζοσπαστικές θέσεις του. Μανιώδης αναγνώστης, ασχολούνταν επίσης με την εκμάθηση της γαλλικής και της αγγλικής. Η κατάσταση στην Κρήτη ήταν ρευστή, η τουρκική κυβέρνηση υπονόμευε η ίδια τις μεταρρυθμίσεις που είχε κάνει και αναπόφευκτα το 1888 ξέσπασαν ταραχές. Η Τουρκία επενέβη και τον Δεκέμβριο του 1889 αφαίρεσε όλα τα προνόμια που είχε παραχωρήσει στους Κρητικούς με βάση τη συνθήκη του Βερολίνου. Η κρίση συνεχίστηκε ως το 1894, οπότε συγκλήθηκε συνέλευση, που όμως αμέσως οδηγήθηκε σε αδιέξοδο, καθώς Έλληνες και Μουσουλμάνοι δεν μπορούσαν να βρουν σημεία συνεννόησης.

Κρητική Επανάσταση
Στις 3 Σεπτεμβρίου 1895 ξέσπασε επανάσταση, που δεν βρήκε σύμφωνο το Βενιζέλο, ο οποίος θεωρούσε ότι οι Κρητικοί δεν έπρεπε να ενεργούν αυτοβούλως αλλά σε συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση στην Αθήνα. Πίστευε ότι το κίνημα τη συγκεκριμένη στιγμή και αποτέλεσμα δεν θα είχε και την νεοσχηματισθείσα κυβέρνηση της Αθήνας θα έφερνε σε δύσκολη θέση καθώς είχε να αντιμετωπίσει και το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας που μόλις πριν από λίγο είχε κηρύξει πτώχευση. Όντως τελικά το κίνημα των Κρητικών προσωρινά ανεστάλη. Το κρητικό ζήτημα φαινόταν να οδεύει προς λύση μετά την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων που είχαν υπογράψει τη Συνθήκη του Βερολίνου και ήθελαν τώρα να επιβάλουν στην Υψηλή Πύλη ν' αναγνωρίσει την αυτονομία του νησιού.
Ενώ τον Ιανουάριο του 1897 γίνονταν σφαγές στα Χανιά και στο Ρέθυμνο, ο Βενιζέλος που περιόδευε στο νησί, έσπευσε στη Μαλάξα, κοντά στα Χανιά όπου είχαν συγκεντρωθεί περισσότεροι από 2.000 επαναστάτες και τέθηκε επικεφαλής τους. Πρότεινε να επιτεθούν μαζί με άλλους επαναστάτες που ήταν στο Ακρωτήρι, στους Τούρκους και να τους εκτοπίσουν από την πεδιάδα (η Μαλάξα είναι σε κάποιο υψόμετρο). Πέρασε ο ίδιος νύχτα στο Ακρωτήρι όπου ύψωσε την ελληνική σημαία. Οι Τούρκοι ζήτησαν τη βοήθεια των ξένων ναυάρχων και επιτέθηκαν στους επαναστάτες. Προκλήθηκε γενικευμένη σύγκρουση. Τα ευρωπαϊκά πολεμικά χτύπησαν με τα πυροβόλα τους, τους επαναστάτες στο Ακρωτήρι, ρίχνοντας τη σημαία που υψώθηκε αμέσως πάλι υπό τις θυελλώδεις ζητωκραυγές των πληρωμάτων των ελληνικών πολεμικών που ναυλοχούσαν στ' ανοιχτά αλλά δεν μπορούσαν να επέμβουν ενώ στο θωρηκτό "Ύδρα" γινόταν ανάκρουση του Εθνικού μας Ύμνου.
Το ίδιο βράδυ του βομβαρδισμού, ο Βενιζέλος συνέταξε διαμαρτυρία προς τους ξένους ναυάρχους, την οποία προσυπέγραψαν όλοι οι οπλαρχηγοί που βρίσκονταν στο Ακρωτήρι. Στους ναυάρχους την μετέφερε ο επικεφαλής της ελληνικής ναυτικής μοίρας Ράινεκ. Τους έγραφε ότι οι επαναστάτες θα κρατούσαν τις θέσεις τους μέχρι να σκοτωθεί κι ο τελευταίος από τις οβίδες των ευρωπαϊκών πολεμικών προκειμένου να μην αφήσουν τους Τούρκους να πάρουν το Ακρωτήρι. Ο βομβαρδισμός αυτός χριστιανικών πλοίων εναντίον Χριστιανών που ήθελαν την ελευθερία τους, προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έγιναν διαδηλώσεις συμπαράστασης στους επαναστάτες ενώ το προεδρείο της Βουλής των Ελλήνων στην Αθήνα έπαιρνε πλήθος τηλεγραφήματα από διασημότητες της εποχής που συνιστούσαν στην ελληνική κυβέρνηση να τηρήσει πιο αποφασιστική στάση υπέρ των Κρητικών.
Η επανάσταση οδήγησε στον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 κατά τον οποίο τα τουρκικά στρατεύματα νίκησαν κατά κράτος τα αντίστοιχα ελληνικά στο Θεσσαλικό μέτωπο. Το όνειρο της ένωσης του νησιού με την μητέρα Ελλάδα φαινόταν να απομακρύνεται. Στις 25 Αυγούστου 1897, ο Βενιζέλος έστειλε διακοίνωση στον αρχηγό του ευρωπαϊκού στόλου, αναφέροντας ότι η μόνη σωστή λύση του Κρητικού ζητήματος θα ήταν η ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Αφού όμως η Ελλάδα απέσυρε τη στρατιωτική δύναμη που είχε στο νησί, αναγνωρίζοντας την αυτονομία του, θα έπρεπε και η Κρήτη, για να μην φέρει σε δύσκολη θέση την Αθήνα, να δεχθεί ως προσωρινή λύση την αυτονομία, εναποθέτοντας τις ελπίδες για οριστική λύση στις Μεγάλες Δυνάμεις. Οι Τούρκοι πρότειναν να γίνει ανταλλαγή της Κρήτης με τη Θεσσαλία που την κατείχε ο στρατός τους. Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε καθώς θεωρήθηκε εμπαιγμός και για τους Κρητικούς και για τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Την κυβέρνηση Δηλιγιάννη διαδέχθηκε η κυβέρνηση Ράλλη κι αυτήν η κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη, που υπέγραψε στην Κωνσταντινούπολη συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία. Κατόπιν οι Μεγάλες Δυνάμεις ξεκίνησαν τη διαδικασία διακανονισμού του Κρητικού ζητήματος, που όμως τραβούσε μακριά. Προτάθηκαν για τη θέση του Γενικού Διοικητή του νησιού οι Δροζ, Σέφερ, ο Μαυροβούνιος Πέτροβιτς Μπόζα, ο πρίγκιπας Βάττεμβεργ ενώ οι Τούρκοι ήθελαν γι' αυτή τη θέση τον Ανθόπουλο πασά. Η Ρωσία υπέδειξε τον γιό του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄, τον πρίγκιπα Γεώργιο, ο οποίος και επελέγη τελικά. Στις 21 Ιανουαρίου 1898, η κρητική συνέλευση, μέσα σε ζητωκραυγές ενέκρινε πρόταση του Βενιζέλου να κάνει το προεδρείο της τα αναγκαία διαβήματα. Η Γερμανία και η Αυστρία, επειδή δεν ήθελαν να φανεί ότι αντιτίθενται στις τουρκικές απαιτήσεις, αποχώρησαν από τον συνασπισμό των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ο οποίος έγινε πλέον τετραμελής. Εκλέχθηκε μια εκτελεστική επιτροπή, με τη συμμετοχή του Βενιζέλου, που εκτελούσε χρέη κυβέρνησης και είχε τις επαφές με τους Ευρωπαίους ναυάρχους. Άρχισε να εφαρμόζει το προσωρινό πολίτευμα, αλλά οι Μουσουλμάνοι, υποκινούμενοι από τους Τούρκους, ξεσηκώθηκαν. Οι Κρητικοί άρχισαν να συγκεντρώνουν ένοπλα τμήματα και η εκτελεστική επιτροπή προέβη σε διαβήματα διαμαρτυρίας, με συνέπεια να επισπευσθεί η εκλογή του πρίγκιπα Γεωργίου, που εκκρεμούσε επί εννεάμηνο